Η ΑΤΙΜΩΡΗΣΙΑ ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΗΝ ΑΝΑΛΓΗΣΙΑ

 Η ΑΤΙΜΩΡΗΣΙΑ ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΗΝ ΑΝΑΛΓΗΣΙΑ

Η ΑΤΙΜΩΡΗΣΙΑ ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΗΝ ΑΝΑΛΓΗΣΙΑ
Η ΣΙΩΠΗ ΚΑΙ Η ΑΝΟΧΗ ΕΙΝΑΙ ΣΥΝΕΝΟΧΗ ΣΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ
Toυ Δημήτρη Γ. Σιανίδη



Για την πρόσφατη τραγωδία των Τεμπών, έχουν γραφεί και ειπωθεί σχεδόν τα πάντα. Έχει γίνει επίσης αναφορά και στο δυστύχημα των φίλων του ΠΑΟΚ, καθώς και στο δυστύχημα των μαθητών του Μακροχωρίου Ημαθίας, που κατά τραγική συγκυρία έγιναν στην ίδια περιοχή.
Υπάρχει όμως και μια άλλη τραγωδία των Τεμπών, αυτή της 17ης Δεκεμβρίου 2009, την οποία κανείς δε φαίνεται να θυμάται, και η οποία συνέβη κατά τη διάρκεια που η εταιρία κατασκευής του έργου, διάνοιγε τη σήραγγα των Τεμπών στον αυτοκινητόδρομο ΠΑΘΕ. Κατά τη διάτρηση του βουνού για τη δημιουργία σηράγγων, και επί δύο ημέρες, γίνονταν βραχολισθήσεις. Τα ξημερώματα της τρίτης ημέρας, (17-12-2009), ένας Ιταλός μηχανικός, υπάλληλος της εταιρίας, πηγαίνοντας να τις επιθεωρήσει, καταπλακώθηκε από μεγάλη ποσότητα βράχων, που αποκολλήθηκαν από τα πρανή του βουνού, με συνέπεια το θάνατό του. Άλλοι δύο συνάδελφοί του, ευτυχώς απέφυγαν το μοιραίο, με ελαφρά μόνο τραύματα.

Δύο ημέρες μόλις αργότερα, η εταιρία που κατασκεύαζε τις σήραγγες και είχε την ευθύνη του έργου, έβγαλε ανακοίνωση με την οποία απέδιδε την βραχολίσθηση σε ακραίο γεωλογικό φαινόμενο που συνιστούσε απρόβλεπτο και αναπότρεπτο γεγονός ανωτέρας βίας. Και αυτό, παρά το ότι η εταιρία είχε ειδοποιηθεί γραπτώς από την «ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ», που είχε την εποπτεία και επίβλεψη του έργου, ότι πρέπει να λάβει μέτρα ασφάλειας των πρανών του βουνού, εξαιτίας μάλιστα και των έντονων βροχοπτώσεων που θα επακολουθούσαν τη χειμερινή περίοδο. Και παρά το ότι η γεωλογική κατάσταση των πετρωμάτων στην περιοχή του έργου, λόγω της πορώδους υφής τους και της χρόνιας διάβρωσής τους ήταν ήδη γνωστή στην εταιρία κατασκευής των σηράγγων, από παλιότερες μελέτες και αυτοψίες, συνεπώς αποκολλήσεις βράχων μπορούσαν να συμβούν ανά πάσα στιγμή κατά την διάτρηση του βουνού. Και τέλος παρά το ότι ήταν γνωστό στους υπεύθυνους του έργου, ότι μικρές σε έκταση και βαθμό βραχολισθήσεις συνέβαιναν στη κοιλάδα των Τεμπών και πριν την έναρξη της κατασκευής των σηράγγων, λόγω αυτής της επισφαλούς κατάστασης των πετρωμάτων του βουνού.

Παρόλα αυτά, και αφού δεν υπήρξαν φωνές αντίδρασης στην πιο πάνω τραγωδία, η υπόθεση «έκλεισε» γρήγορα. Ποινικά η υπόθεση μπήκε στο Αρχείο της Εισαγγελίας, κανείς δεν αναζήτησε ευθύνες από κανέναν και κανένα ΜΜΕ πλην ενός ρεπορτάζ του Μ. Τριανταφυλλόπουλου που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα του, δεν ασχολήθηκε ενδελεχώς με την υπόθεση.

Όμως αμέσως μετά το έγκλημα, η εταιρία και το Ελληνικό δημόσιο, προσέλαβαν ειδικούς γεωλόγους - αλπινιστές οι οποίοι, μετά από σχετική μελέτη, ξεσκάρωσαν τα επικίνδυνα για αποκόλληση βράχια των πρανών και περιέφραξαν με ατσάλινα πλέγματα την συγκεκριμένη περιοχή, μειώνοντας στο έπακρο την περίπτωση και άλλου δυστυχήματος.

Εύλογα τότε έπρεπε να ανακύψουν τα ερωτήματα: «Η εταιρία που κατασκεύαζε το έργο και το Κράτος που το επόπτευε, δεν έπρεπε να είχαν πάρει προστατευτικά μέτρα, πριν ξεκινήσει η διάτρηση του βουνού και η διάνοιξη των σηράγγων; Έπρεπε να χαθεί μια ανθρώπινη ζωή και να κινδυνεύσουν άλλες για να ασφαλίσουν τα πρανή του βουνού από μια ενδεχόμενη κατολίσθηση; Και εάν οι βραχολισθήσεις ήταν ένα ακραίο και απρόβλεπτο γεωλογικό φαινόμενο που ήταν απίθανο να ξανασυμβεί, γιατί αναγκάσθηκαν εκ των υστέρων, Κράτος και εταιρία κατασκευής, στη λήψη προστατευτικών μέτρων, δαπανώντας 100.000.000,00 ευρώ, τα οποία μάλιστα δεν μάθαμε μέχρι σήμερα αν τα επιβαρύνθηκε το Κράτος, δηλαδή εμείς ή η εταιρία κατασκευής των σηράγγων;»

Κανείς πραγματικά δεν ασχολήθηκε ενδελεχώς με το τραγικό αυτό συμβάν, που στέρησε τη ζωή σε έναν αθώο εργαζόμενο και κανείς δεν απαίτησε να γίνει σε βάθος έρευνα για να αποδοθούν ευθύνες, οι οποίες αναμφισβήτητα υπήρχαν.

Αφού κανείς δεν ερεύνησε και αφού η κοινωνία δεν αντέδρασε, ήταν ευνόητο να μην παραιτηθεί ο τότε αρμόδιος Υπουργός. Δεν ζητήθηκε μάλιστα επισήμως – έστω και προσχηματικά - ούτε μια απλή συγνώμη από τους πολίτες που ταλαιπωρούνταν επί πέντε μήνες στις μετακινήσεις τους, λόγω του αποκλεισμού της χώρας στα δύο, από τις εκατοντάδες μεταφορικές επιχειρήσεις που αναγκάσθηκαν να μεταφέρουν καθημερινά επί πέντε μήνες, επιβάτες και εμπορεύματα στη διαδρομή Αθήνα – Θεσ/νίκη, μέσω Κοζάνης και από τους εργαζόμενους σ’ αυτές οδηγούς.

Όσο για τους βουλευτές; Αυτοί λίγο αργότερα και επειδή είχε γίνει αύξηση των διοδίων στους αυτοκινητόδρομους, κατάφεραν και πέτυχαν την πλήρη απαλλαγή τους από την πληρωμή διοδίων στις οδικές μετακινήσεις τους από τις εκλογικές τους περιφέρειες της επαρχίας προς την Αθήνα και αντιστρόφως.

Θα αντιμετωπίζαμε όμως σαν πολιτική εξουσία και σαν κοινωνία, το συγκεκριμένο τραγικό συμβάν, με την ίδια εγκληματική αδιαφορία και με την ίδια ανοχή και απάθεια εάν στη θέση ενός άσημου και άγνωστου Ιταλού εργαζόμενου ήταν κάποια δικά μας παιδιά, κάποιοι δικοί μας άνθρωποι, που θα είχαν θυσιασθεί στο βωμό του επιχειρηματικού κέρδους, όπως συνέβη τώρα στα Τέμπη; Ασφαλώς όχι.

Τα γράφω αυτά γιατί πέρα από τη θλίψη για το πρόσφατο συμβάν, νιώθω επίσης και ασυγκράτητο θυμό. Γιατί αυτά που παραθέτω είναι γεγονότα, τα οποία είχαμε γράψει και είχαμε πει και τότε δημόσια, στους χρόνιους αγώνες μας για την κατάργηση των διοδίων και των ληστρικών συμβάσεων παραχώρησης των αυτοκινητόδρομων στους ιδιώτες, καταγγέλλοντας Κράτος και παραχωρησιούχους. Αλλά είμασταν λίγοι και η φωνή μας δεν ανησύχησε την εξουσία που έλεγχε τα πράγματα. Αντίθετα η τότε πολιτική εξουσία, μας χαρακτήρισε με νόμο, ως άτομα με «αποκλίνουσα συμπεριφορά» και μας έσερνε κατηγορούμενους στα δικαστήρια, επιδιώκοντας τη φίμωσή μας. Όταν ήρθε στην εξουσία ο ΣΥΡΙΖΑ, περιμέναμε να καταργήσει τον κατάπτυστο και αντισυνταγματικό αυτό νόμο, όπως είχε δεσμευτεί προεκλογικά, αλλά ο νόμος μέχρι σήμερα «ζει και βασιλεύει» και αυτό αποδεικνύει την αναλγησία της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας, που δρα αυθαίρετα όταν δεν ελέγχεται από τους πολίτες.

Αποδεικνύεται επομένως ότι η ατιμωρησία αυτών που διαχειρίζονται δημόσια αγαθά και των εκάστοτε κυβερνώντων, οδηγεί στην αναλγησία τους. Η ατιμωρησία τους όμως οφείλεται στη σιωπή και στην παραίτησή μας από κάθε αγωνιστική δράση. Η συνεχής σιωπή μας, μεγαλώνει τον ωχαδερφισμό τους, ευνοεί την απροθυμία τους να παρέχουν στους πολίτες τα αυτονόητα, οδηγεί σε κατάχρηση την άσκηση της εξουσίας τους και γιγαντώνει το νεποτισμό τους, ένα παράδειγμα του οποίου ήταν και ο σταθμάρχης της Λάρισας, όπως τουλάχιστον γράφτηκε.

Με την ανείπωτη τραγωδία των Τεμπών, αποδεικνύεται επίσης ότι δεν είμαστε καθόλου ασφαλείς στις μετακινήσεις μας, όποιο μεταφορικό μέσο και αν χρησιμοποιούμε. Τρανταχτό παράδειγμα εξάλλου, είναι η άθλια κατάσταση του οδοστρώματος της Εγνατίας οδού στο τμήμα της από το Αιγίνιο μέχρι τη Θεσ/νίκη. Είναι εγκληματικό να αφήνουν ασυντήρητο επί χρόνια το οδόστρωμα του μεγαλύτερου αυτοκινητόδρομου της χώρας, στον οποίο πληρώνουμε διόδια, με συνέπεια να είναι σε πολλά τμήματα διαβρωμένο, γεμάτο με σχισμές και λακκούβες, έχοντας έτσι γίνει άκρως επικίνδυνο για την ασφάλεια των οδηγών. Περιμένουν αλήθεια να θρηνήσουμε και εκεί θύματα για να κάνουν το αυτονόητο;

Οι περισσότεροι βέβαια γνωρίζουμε ότι έχει αποφασισθεί το ξεπούλημα της ΕΓΝΑΤΙΑΣ ΟΔΟΥ, η οποία αποτελεί δημόσια περιουσία, σε ιδιώτες. Μέχρι να γίνει αυτό, εμείς που κυκλοφορούμε καθημερινά στον αυτοκινητόδρομό της, πρέπει να ευχόμαστε να μη συμβεί το κακό. Και θα ρισκάρουμε καθημερινά ανθρώπινες ζωές. Τις ζωές των νέων ανθρώπων, τις ζωές των παιδιών, των γονιών, των συγγενών, των φίλων μας.
 
Η ελάχιστη αίσθηση πολιτικής ευθιξίας, η ελάχιστη αναγνώριση ευθύνης για τις παραλείψεις της κυβέρνησης στο θέμα της ασφάλειας των σιδηροδρόμων και ο ελάχιστος βαθμός ενσυναίσθησης στο δράμα των οικογενειών των θυμάτων της τωρινής τραγωδίας, θα επέβαλλε στην σημερινή Κυβέρνηση (και σε κάθε Κυβέρνηση που σέβεται τον εαυτό της), να παραιτηθεί ΑΜΕΣΑ και να ορισθεί Υπηρεσιακή. Η ελάχιστη συνεισφορά των πολιτικών κομμάτων, που κυβέρνησαν τη χώρα τα τελευταία χρόνια, τα οποία έχουν το δικό τους μερίδιο ευθύνης, θα ήταν να πιέσουν για να καταργηθεί επιτέλους ο νόμος περί μη ευθύνης των Υπουργών. 

Είναι προσβολή της μνήμης τόσων ανθρώπων που χάθηκαν, η Κυβέρνηση που έχει (και) η ίδια την ευθύνη για τη μη λειτουργία μέχρι σήμερα του συστήματος τηλεδιοίκησης στον ΟΣΕ , να ορίζει η ίδια επιτροπή εμπειρογνωμόνων, που ασφαλώς το πόρισμά της θα επηρεάσει την κρίση της Δικαιοσύνης και ο Πρωθυπουργός να τη χαρακτηρίζει με θράσος την Επιτροπή αυτή ως ανεξάρτητη. Η πραγματογνωμοσύνη εξάλλου σε παρόμοιες υποθέσεις διεξάγεται μόνο με παραγγελία του Εισαγγελέα που διερευνά τις ποινικές ευθύνες των εμπλεκομένων και οι πραγματογνώμονες διορίζονται από τον ίδιο. Ως προς τις διοικητικές – πειθαρχικές ευθύνες των εμπλεκομένων, αρμόδιο είναι το Σώμα των Επιθεωρητών Δημόσιας Διοίκησης. Ας αφήσουν επομένως οι πολιτικοί τη δικαστική εξουσία να κάνει απρόσκοπτα το καθήκον της.

Εμείς οι πολίτες, το ελάχιστο που οφείλουμε να κάνουμε είναι να λύσουμε επιτέλους τη σιωπή μας. Να φωνάξουμε, να διαμαρτυρηθούμε με την φυσική μας παρουσία, σε κάθε πόλη, σε κάθε χωριό, σε κάθε γειτονιά. Να απαιτήσουμε (επειδή, όπως φαίνεται, σ’ αυτή τη χώρα τίποτα δεν είναι αυτονόητο), δικαιοσύνη, πλήρη εξιχνίαση του εγκλήματος και να επιβληθεί η ανάλογη τιμωρία σε όλους όσους εμπλέκονται στο έγκλημα αυτό. Να απαιτήσουμε από τη κυβέρνηση και από κάθε κυβέρνηση, το δικαίωμα να νιώθουμε ασφαλείς στις μετακινήσεις μας και την δέσμευσή τους ότι θα ληφθούν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να μη θρηνήσουμε άλλα θύματα.

Αυτά όμως απαιτούν συνεχή και επίμονο αγώνα, τον οποίο πρέπει να είμαστε έτοιμοι να δώσουμε τώρα αλλά και να δίνουμε κάθε φορά που απαιτείται. Χρειάζεται επίσης να αποκτήσουμε επιτέλους ως άτομα, συλλογική συνείδηση, νιώθοντας το δράμα του διπλανού μας σαν δικό μας δράμα και βλέποντας το παιδί του συνανθρώπου μας σαν το δικό μας παιδί. Διαφορετικά η συνεχιζόμενη απάθεια, η σιωπή και η ανοχή μας θα αποτελεί τελικά συνενοχή σε κάθε έγκλημα που θα συμβαίνει, σε κάθε παραβίαση των δικαιωμάτων μας, που μπορεί να στοιχίζει ανθρώπινες ζωές. Οι αναρτήσεις μας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δεν αλλάζουν τα πράγματα, απλώς εκτονώνουν την οργή μας.

Για την αναλγησία των πολιτικών μας και του Κράτους, για το ότι στερούμαστε μέχρι σήμερα βασικά και αναφαίρετα δικαιώματά μας, όπως είναι και το δικαίωμα να αισθανόμαστε ασφαλείς στις επίγειες, θαλάσσιες και εναέριες μεταφορές, για το ότι η ζωή και η ακεραιότητά μας στις μετακινήσεις μας εξαρτάται, όπως αποδεικνύεται σήμερα, από το λάθος ενός σταθμάρχη και «εν πολλοίς» από την τύχη, έχουμε και εμείς οι ίδιοι ευθύνη. Η ευθύνη μας, είναι αυτή ακριβώς η σιωπή και η ανοχή μας προς την κάθε κυβερνητική εξουσία, η παραίτησή μας από κάθε διεκδίκηση των δικαιωμάτων μας, η μη αποδοχή της συλλογικής δράσης και η απουσία της συλλογικής μας συνείδησης, όταν πρόκειται να διεκδικήσουμε κοινωνικά δικαιώματα. Ο τρόπος που ενεργεί και μας αντιμετωπίζει το πολιτικό μας σύστημα μέχρι σήμερα και ο τρόπος που χειρίζεται το πρόσφατο συμβάν, που όμοιό του δεν έχει υπάρξει, αποδεικνύει την έλλειψη της συλλογικής μας συνείδησης και την αδιαφορία μας να ενεργήσουμε ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ, για να αλλάξουμε τα πράγματα.

Έχουμε και εμείς συνεπώς ευθύνη. Και γι’ αυτό, σε όλους τους συνανθρώπους μας που τόσο άδικα χάθηκαν και ειδικά στα νέα παιδιά και σε όλους τους συγγενείς τους, οφείλουμε και εμείς, πέρα από το θρήνο μας, μια ειλικρινή ΣΥΓΝΩΜΗ (!)


Print   Email